Οι εργαζόμενοι ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους (υπάλληλοι ή εργάτες) ή την ιδιότητα του εργοδότη (ιδιωτική επιχείρηση, δημόσιο κλπ) που συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, δικαιούνται κάθε έτος άδεια ανάπαυσης με πλήρεις αποδοχές και επίδομα αδείας. Ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σε όλο το προσωπικό του άδεια μέχρι τη λήξη του ημερολογιακού έτους. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτρέπεται να δοθεί τμηματικά άδεια σε δύο περιόδους με απαραίτητη προϋπόθεση είναι να εγκριθεί η τμηματική χορήγηση από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας. Οι μισές άδειες πρέπει να δίνονται στο διάστημα 1ης Μαΐου – 30ής Σεπτεμβρίου, ενώ το πρώτο τμήμα της αδείας πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 6 εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας , 5 εργάσιμες ημέρες επί πενθημέρου ή 12 όταν πρόκειται για ανήλικους. Επίσης, η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, από τις οποίες η μια πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 12 εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 10 εργάσιμες ημέρες, επί πενθημέρου, ή προκειμένου περί ανηλίκων 12 εργάσιμες ημέρες, μετά από έγγραφη αίτηση του μισθωτού προς τον εργοδότη. Η αίτηση αυτή για την οποία δεν απαιτεί έγκριση από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας, όμως διατηρείται στην επιχείρηση επί πέντε έτη και πρέπει να είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας.